Η προτεινόμενη διαδρομή αφορά σε μεγάλο μέρος του αστικού ιστού της σύγχρονης πόλης του Μεσολογγίου και συνδέει ιστορικά κτίρια, δημόσια και ιδιωτικά μουσεία και σημεία φυσικού ενδιαφέροντος, τα οποία μπορεί να επισκεφθεί κανείς σε μία περιήγηση με ποδήλατο. Ως αρχή της περιήγησης προτείνεται η είσοδος της πόλης και συγκεκριμένα η περιοχή γύρω από την πύλη του τείχους, από όπου μπορεί κανείς να ξεκινήσει την πορεία του μέσα στο Μεσολόγγι. Ένα δεύτερο τμήμα της διαδρομής, μέχρι το Αιτωλικό, μπορεί επίσης να γίνει με ποδήλατο, όπως ήταν η συνηθισμένη βόλτα των παλαιών Μεσολογγιτών, ή με αυτοκίνητο.

Το ποδήλατο είναι από τη δεκαετία του 1960 συνυφασμένο με την καθημερινή ζωή της πόλης, καθώς είναι εντελώς επίπεδη και προσφέρεται για τη χρήση του ως κύριου μεταφορικού μέσου. Υπολογίζεται ότι είναι σε χρήση περίπου 45.000 ποδήλατα. Ολόκληρος ο χώρος της, και μάλιστα το ιστορικό της κέντρο, είναι ιδανικό για μετακίνηση με ποδήλατο, ενώ κατά μήκος της οδού Κύπρου υπάρχει σύγχρονος ποδηλατόδρομος ευρωπαϊκών προδιαγραφών.

Το Μεσολόγγι αποτελεί ιστορικό δήμο και έχει χαρακτηριστεί ως «Ιερά Πόλις» σε ένδειξη ευγνωμοσύνης του ελληνικού κράτους προς τη θυσία των «Ελεύθερων Πολιορκημένων». Διακρίνεται για την ισχυρή πολιτιστική της ταυτότητα και παράλληλα περιβάλλεται από τοπίο ιστορικής σημασίας και φυσικής ομορφιάς. Το όνομα της πόλης προέρχεται από την ένωση των δύο ιταλικών λέξεων, Μezzo/messo και langi το οποίο σημαίνει «μέρος εν μέσω λιμνών» ή «μέρος που περιβάλλεται από λίμνες»  ή «εν μέσω λόγγων» κατά άλλη άποψη. Ιδρύθηκε για πρώτη φορά το 16ο αι. σαν οικισμός Δαλματών ψαράδων, για να εξελιχθεί σε σημαντικό αστικό κέντρο και εμπορικό λιμάνι, γνωρίζοντας στην πορεία των αιώνων περιόδους ακμής αλλά και δραματικές καταστροφές.

Το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό ως αστικά κέντρα διαμορφώθηκαν την περίοδο της Βενετοκρατίας. Οι κάτοικοί τους ασχολούνταν με το εμπόριο, τις τέχνες (όπως η μεταλλουργία) και τη θάλασσα. Ο Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπή το 1668 βρήκε στο Μεσολόγγι 300 κεραμοσκεπή οικήματα και στο Αιτωλικό 200 οικίες.

Η συμμετοχή του Μεσολογγίου στα Ορλωφικά είχε ως συνέπεια την πλήρη καταστροφή της πόλης και του στόλου της. Πυρπολήθηκε στις 10 Απριλίου του 1770 (ακριβώς 56 χρόνια μετά, την ίδια ημέρα θα συνέβαινε η Έξοδος). Οι Μεσολογγίτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να καταφύγουν στα Επτάνησα, από όπου επέστρεψαν αργότερα για να την ξανακτίσουν.

Η πτώση της Βενετίας στα 1797 υπήρξε μοιραία για την περιοχή. Μεταξύ 1804-1820 βρέθηκε υπό τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων και η ναυτιλία και το εμπόριο παρήκμασαν. Μέχρι τότε αποτελούσε σπουδαίο λιμάνι της δυτικής Ελλάδας, με 60 καράβια.

Κατά την διάρκεια της Επανάστασης το Μεσολόγγι δέχθηκε δύο πολιορκίες, το 1822 και το 1825-1826, η τελευταία από τις οποίες κατέληξε στην ηρωική  Έξοδο της 10ης Απριλίου 1826.

Ανακηρύχθηκε Ιερή Πόλη το 1837.

Το Μεσολόγγι αποτελεί την πρωτεύουσα της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας και αριθμεί περί τους 38.000 κατοίκους. Η σημερινή φυσιογνωμία της πόλης έχει διαμορφωθεί από τις ιστορικές καταστροφές που δέχθηκε, αλλά και τις επεκτάσεις  που έγιναν μετά από αποξηράνσεις της λιμνοθάλασσας. Χαρακτηριστικές είναι οι ονομασίες δρόμων και πλατειών της πόλης που απηχούν τον αγώνα της ανεξαρτησίας. Τμήματά της είναι χαρακτηρισμένα ως ιστορικοί τόποι, καθώς διασώζουν τον παραδοσιακό και νεοκλασικό χαρακτήρα της και συνδέονται άμεσα με τη νεότερη ιστορία της και με την ιστορία της Ελλάδας (ΥΑ ΥΠΠΕ/21131/939/11-5-1979 – ΦΕΚ 555/Β/15-6-1979 Α).

Λόγω της μεγάλης καταστροφής του 1826, δυστυχώς δεν σώθηκαν κτίσματα από την περίοδο της μέγιστης οικονομικής ακμής του Μεσολογγίου, λίγο πριν και αμέσως μετά τα Ορλωφικά και μέχρι την Έξοδο. Η πόλη διατηρεί ελάχιστα κτίσματα προεπαναστατικά και προ-νεοκλασικά (1830-1880), κυρίως όμως νεοκλασικά (1880-1930) και νεότερα, τα οποία διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό το σημερινό χαρακτήρα της. Μεταξύ αυτών σώζονται γύρω στα 90 κτίσματα νεοκλασικής μορφολογίας (1880-1930), κάποια από αυτά με εμφανείς επτανησιακές επιρροές, που αντιπροσωπεύουν μία φάση ακμής της, του τέλους του 19ου – αρχών 20ου αι. Χαρακτηρίζονται από ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, όπως ακρωτήρια και ακροκέραμα στη στέγη, αετώματα, φουρούσια και οδόντες κάτω από το γείσο της στέγης, ψευδοκολόνες, κιονόκρανα ή σιδεριές στα μπαλκόνια. Μεταξύ των πιο αξιόλογων ιστορικών κτισμάτων της πόλης πολλά έχουν αξιοποιηθεί και χρησιμοποιούνται ως μουσεία, πινακοθήκες ή γραφεία, στο πλαίσιο μίας λειτουργικής επανάχρησης κτιρίων ή συνόλων. Διατηρούνται επίσης ελάχιστα παραδοσιακά μεσολογγίτικα σπίτια, μικτές κατασκευές ξύλου, λιθοδομής και τσατμά, με πρόστεγο, κάτω από το οποίο γινόταν η επεξεργασία των ψαριών.